- επανειπειν
- ἐπανειπεῖνἐπ-ανειπεῖν(сверх того) публично обещать
(ἀργύριόν τινι Thuc.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(ἀργύριόν τινι Thuc.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
επανειπείν — ἐπανειπεῑν (Α) επικηρύσσω δημόσια, υπόσχομαι αμοιβή («τῶν δὲ διαφυγόντων θάνατον καταγνόντες ἐπανεῑπον ἀργύριον τῷ ἀποκτείναντι» καταδίκασαν σε θάνατο αυτούς που διέφυγαν και επικήρυξαν, υποσχέθηκαν χρήματα σε όποιον σκοτώσει κάποιον από αυτούς,… … Dictionary of Greek